Η Άννα ζητάει επειγόντως από τον
κολλητό της τον Γιάννη συνάντηση. Του ανακοινώνει ότι χώρισε μετά από εφτά
χρόνια σχέση με τον Κώστα. Του λέει τα εξής : «Άντε, να δω πότε να δω πότε θα
βρω τον άντρα να συνεχίσω τη πορεία της ζωής μου»...
Μόλις τελειώνει τη φράση της,
ανασηκώνει το βλέμμα της και… αυτό είναι. Η ματιά της συναντά έναν φαινομενικά
απαρατήρητο τύπο στο απέναντι τραπεζάκι της καφετέριας που πίνει νωχελικά –
μάλλον ώρα – τον καφέ του και από την φόρτιση της κουβέντας δεν είχε μάτια, ή
καλύτερα, ματιά να κοιτάξει γύρω της. Η αναγνώριση συμβαίνει. Κι η δική του
ματιά τη συναντά. Τα βλέμματα μιλούν με ταχύτητα σιωπής. Βρίσκει αμέσως και
άξαφνα μια πρόφαση και χωρίς εξηγήσεις, διώχνει τον Γιάννη δήθεν σε κάποια
φιλική ξεχασμένη υποχρέωση. Μένει μόνη με τον καφέ, περίπου στα μισά, ένα
διπλανό μισοτελειωμένο τσάι, τα τσιγάρα της – συντροφιά πιστή – κι ένα τασάκι
με λιγοστά αποτσίγαρα παρόντα. Να αναρωτιέται. Τη πρώτη κίνηση. Μετά από τόσα
χρόνια σταθερής σχέσης έχει βγει για τα καλά από το πεδίο του φλερτ. Όμως, η
μικρή παρατήρησή της την ωθεί στη σκέψη πως αν το πρώτο βλέμμα ήταν όντως
αναγνώρισης, τότε μόνο μια κίνηση θα ήταν αρκετή. Να περάσει δίπλα του. Να
οριστούν τα βήματα μιας πορείας με έναν μικρό στόχο όπως το να πάρει στα χέρια
της μια εφημερίδα που διανέμεται δωρεάν και να του δώσει την ευκαιρία να γίνει
ο πρωταγωνιστής της σκηνής της. Πηγαίνει, λοιπόν, περνά δίπλα του, παίρνει στα
δάχτυλά της το συνηθισμένο σχήμα των χαρτιών που σχηματοποιούν τον ορισμό της
διάδοσης γεγονότων και πληροφοριών και συμβαίνει. Τί; Αυτό ακριβώς που
περίμενε. Την αγγίζει. Όχι αυτή κάτι δικό της. Το άσπρο μαντήλι που κρέμεται
από τα μαλλιά της. Κι οι ματιές συναντιούνται σαν τη πρώτη ματιά ξανά. Κι
ακούει τη φωνή του : « Αν κάθε συνάντηση είναι ένας νοητός κόμβος, θα ήθελα να
μοιραστούμε το τραπέζι αυτό». Απομακρύνεται και κινείται στον χώρο και δεν
μπορεί να αναγνωρίσει τί πρωτοκουβαλά. Φτερά στους ώμους, ανασαίνουσα βόμβα
ψυχής ή πρόσθετο ύψος στο σώμα; Και για πρώτη φορά δεν την νοιάζει η απάντηση.
Κάθεται σαν να πλέει, ανασαίνει σα να βρίσκεται σε βυθό και κοιτά σα να της
έχουν χαριστεί τα πάντα. Όμως, ένα απροσδόκητο και επίμονο χτύπημα τηλεφώνου
την ξυπνά. Ανοίγει τα μάτια και βλέπει στην άκρη του κρεβατιού τον Κώστα. Στην
άλλη πλευρά του τηλεφώνου είναι ο Γιάννης.